- ἡδύπολις
- ἡδύπολιςdear to the peoplenom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ηδύπολις — ἡδύπολις, όλιδος, δωρ. τ. άδύπολις, ὁ, ἡ (Α) αγαπητός στους πολίτες, στον λαό («σοφός ὤφθη βασάνῳ θ ἁδύπολις» αποδείχθηκε έπειτα από δοκιμασία σοφός και αγαπητός στον λαό, Σοφ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ηδυ * + πόλις] … Dictionary of Greek
ηδυ- — (AM ἡδυ ) τύπος στον οποίο εμφανίζεται το επίθ. ηδύς ως α συνθετικό λέξεων και δηλώνει ότι αυτό το β συνθετικό: α) είναι γλυκό («ηδύγευστος», «ηδύχυμος») β. είναι ευχάριστο, τερπνό, απολαυστικό («ηδύγλωσσος», «ηδυμελής») γ. γίνεται με γλυκό τρόπο … Dictionary of Greek
πόλη — Αστικός συνοικισμός, ο οποίος αποτελείται από ένα σύμπλεγμα δημόσιων και ιδιωτικών κτιρίων, τα οποία χωρίζονται ή συνδέονται μεταξύ τους με δρόμους, πάρκα και πλατείες, και που κατοικείται μόνιμα από σημαντικό αριθμό ανθρώπων –που επιδίδονται σε… … Dictionary of Greek
ἁδύπολις — ἁ̱δύπολις , ἡδύπολις dear to the people nom sg (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)